- τριακονθήμερον
- το тридцать дней
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
τριακονθήμερον — τριᾱκονθήμερον , τριακονθήμερος of thirty days masc/fem acc sg τριᾱκονθήμερον , τριακονθήμερος of thirty days neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)